Τι είναι ο χρόνιος πόνος;

Όταν συμβεί ένας τραυματισμός, καταστρέφονται ιστοί του σώματος. Οι απολήξεις των νεύρων που διαθέτουμε στην περιφέρεια διεγείρονται και στέλνουν συνεχώς πληροφορίες προς το κεντρικό νευρικό σύστημα για την υφιστάμενη βλάβη. Το νευρικό σύστημα επεξεργάζεται τις πληροφορίες και αν κρίνει πως η βλάβη είναι τέτοιου μεγέθους ώστε να αποτελεί απειλή για την επιβίωση του οργανισμού, δημιουργεί το αίσθημα του πόνου.

Μετά τον τραυματισμό οι ιστοί μέσα από την διαδικασία της αυτοίασης αρχίζουν να ανακατασκευάζονται και με την πάροδο ικανοποιητικού χρονικού διαστήματος η διαδικασία της επούλωσης ολοκληρώνεται. Ο πόνος, επομένως, θα πρέπει αντίστοιχα όλο αυτό το χρονικό διάστημα να μειώνεται και τελικά να εξαφανίζεται.

Ωστόσο, αυτό δυστυχώς δε συμβαίνει πάντα. Ο συναγερμός του ανθρωπίνου σώματος (πόνος) μπορεί να εξακολουθεί να είναι ενεργοποιημένος, παρ’ όλο που ο κίνδυνος έχει περάσει. Σε αυτή την περίπτωση ο πόνος αποτελεί ασθένεια από μόνος του! Τα αίτια της πάθησης δεν είναι ακόμα ξεκάθαρα. Ίσως να αποτελεί ένα μηχανισμό αυτοπροστασίας, καθώς με τον πόνο ο ασθενής μειώνει τη σωματική του δραστηριότητα και με αυτό τον τρόπο το νευρικό σύστημα εξασφαλίζει πως ο ασθενής δε θα ξανατραυματιστεί. Αυτό που έχει βρεθεί έως τώρα, ωστόσο, είναι πως το στρες παίζει σπουδαίο ρόλο στην ευαισθητοποίηση του νευρικού συστήματος και στην ανάπτυξη του χρόνιου πόνου. Σύμφωνα με το βιο-ψυχο-κοινωνικό μοντέλο, πολλοί παράγοντες μπορούν να έχουν επίδραση στην ένταση των συμπτωμάτων, όπως η ιδιοσυγκρασία του ατόμου, διάφοροι κοινωνικοί παράγοντες (οικογενειακό & φιλικό περιβάλλον), η οικονομική κατάσταση, οι εργασιακές συνθήκες, η ανεργία, ο φόβος κτλ…

Αυτό δε σημαίνει πως κάθε ασθενής που πονάει για μεγάλο χρονικό διάστημα (περισσότερο από 3 με 6 μήνες) πάσχει απαραίτητα από χρόνιο πόνο. Πολλές παθήσεις μπορεί να δημιουργούν παρατεταμένες ενοχλήσεις. Γι αυτό είναι απαραίτητο ο ασθενής να εξετάζεται από εξειδικευμένο γιατρό, ώστε να αποκλειστεί οποιαδήποτε σοβαρή πάθηση.

Αν όντως ο ασθενής πάσχει από χρόνιο πόνο, τότε η πάθηση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από ολόκληρη διεπιστημονική ομάδα. Ο γιατρός είναι ο συντονιστής της ομάδας και κρίνει ποια θα πρέπει να είναι η κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση για κάθε έναν ασθενή. Το πρόγραμμα θεραπείας μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Φαρμακευτική αγωγή
  • Φυσικοθεραπεία, κυρίως με τη μορφή της κινησιοθεραπείας (manual therapy & κινητικός έλεγχος)
  • Αερόβια άσκηση
  • Βελονισμό
  • Ψυχολογική υποστήριξη (ψυχιατρική, ψυχολογική ή κοινωνικού λειτουργού)
  • Εργοθεραπεία
  • Διαιτολόγιο, για μείωση του σωματικού βάρους κτλ…