Σύνδρομο πρόσκρουσης του ώμου
Μεταξύ των δύο οστών παρεμβάλλεται ο τένοντας ενός μυός που ονομάζεται υπερακάνθιος και ένας ορογόνος θύλακας, ο οποίος εξομαλύνει τις τριβές μεταξύ των δύο οστών. Οι μαλακοί αυτοί ιστοί συμπιέζονται κατά την πρόσκρουση και μπορεί να ερεθιστούν. Συχνά χρησιμοποιούνται διάφοροι όροι για να περιγράψουν την ίδια παθολογία, όπως είναι η τενοντίτιδα του υπερακανθίου, η ορογονοθυλακίτιδα του ώμου και το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής.
Η μηχανική της ωμικής ζώνης παίζει σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη αυτού του είδους την παθολογία. Η σύνθετη άρθρωση του ώμου αποτελείται από τέσσερις επιμέρους αρθρώσεις, αυτή του βραχιονίου με την ωμοπλάτη, την άτυπη “άρθρωση” της ωμοπλάτης με το θωρακικό τοίχωμα, την άρθρωση της ωμοπλάτης με την κλείδα και την άρθρωση της κλείδας με το στέρνο. Η δε κίνηση της ωμικής ζώνης, επηρεάζεται από τα κυρτώματα της αυχενικής και της θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης. Είναι εμφανές, επομένως, πως σε μια τόσο σύνθετη μηχανική, έστω και μικρή παρέκκλιση στην κίνηση μπορεί να οδηγήσει σε παθολογία. Η παρέκκλιση αυτή μπορεί να οφείλεται σε μειωμένη κίνηση σε μια από τις επιμέρους αρθρώσεις, σε μυϊκές ανισορροπίες ή σε φτωχό κινητικό έλεγχο. Η ολοκληρωμένη θεραπευτική προσέγγιση, επομένως, θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο την αποκατάσταση των όποιων αρθρικών ή μυϊκών ανισορροπιών, όσο και σε επανεκπαίδευση του κινητικού ελέγχου της περιοχής.